Κλείνω τα μάτια
το γέλιο σου έρχεται από μακριά και με διαπερνά
αφήνω καραβάκια χάρτινα στη νύχτα για να ταξιδέψουν
ένα φως ανάβει στο βάθος της
θα φτάσουν σώα στο επόμενο πρωινό
κι έπειτα στο επόμενο
και μετά πάλι
ένας αγέρας απαλός θα μου φυσήξει τα μαλλιά
όπως στην γέφυρα τον τιμονιέρη
έτσι
μαζί τους ταξιδεύω κι εγώ
καπετάνιος και ναυτικός
ακουμπισμένος στην χάρτινη κουπαστή τους