Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Τόσα χρόνια

Τόσα χρόνια, φίλε


μουχλιασμένες διαταγές και διατάξτε


αφηνιασμένα προσκλητήρια και θέατρο


υποκρισία σε κακέκτυπο



πρόχειρα βαμμένες ελπίδες


κι ένα όπλο παρά πόδα



βούλιαξαν τα βήματα


και μαζί τους


ένας κόσμος ολόκληρος που δεν έζησε


και που δε θα ζήσει ποτέ…

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Οι γύρω δρόμοι

Άρχισαν να νυχτώνουν οι δρόμοι γύρω απ’ το σπίτι


κι ήταν ακόμα δώδεκα το μεσημέρι


το ακουστικό του τηλεφώνου ήταν κατεβασμένο


κανείς δεν μπορούσε να μας μιλήσει


επ’ έξω ακούγονταν το χτύπημα ενός μπαστουνιού


όποιος κι αν ήταν ξεμάκρυνε πια


στο μέσα δωμάτιο


η πόρτα ήταν μισάνοιχτη


μέσα στην ησυχία του παράδοξου


ακούσαμε ένα κλάμα παιδικό


ήταν οι λέξεις μας


τα μάτια μας


τα χέρια μας


που έκλαιγαν


προδομένα απ’ το ανέκφραστο


μιας ολόκληρης εποχής.

Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2012

Τα παλιά πατώματα

Βαδίζω απαλά, φωνάζουν τα παλιά πατώματα. Τα ονόματα μας φωνάζουν. Και πώς θ’ ακουστεί μέσα στο άδειο σπίτι, το πάφλασμα των ονομάτων που δεν έχουν πια παραλήπτη, στους πέτρινους τοίχους; Πώς να δικαιολογήσεις την απουσία; Οι ρωγμές γνωρίζουν. Μόνον αυτές. Απορροφούν τις ομιλίες, τα πρόσωπα, τις προσευχές. Αν φυλάξεις ακέραια τη σιωπή της νύχτας, θα ακούσεις κάποιον να ονειρεύεται. Θ’ ακούσεις τη μελωδία των αστεριών καθώς ξαπλώνουν στις παλιές ξύλινες καρέκλες της βεράντας. Έχω ξεχάσει τα βήματα αυτού του χορού. Με πατήματα αδέξια δε θα ξυπνήσω τα ξύλινα πατώματα μήτε και τη νύχτα.

Βαθιά, από τις νοτισμένες σελίδες των παραμυθιών, θα ξεπροβάλει ένα παιδί, ίσως και να είναι κάποιος που αφήσαμε πίσω στα παιδικά μας χρόνια, ίσως πάλι να είμαστε εμείς. Θα προσευχηθεί και θα φυλάξει βαθιά στις τσέπες του τα ονόματα, γραμμένα σε χαρτί. Τη μελωδία θα κάνει πανωφόρι και θα ξαπλώσει στις παλιές ξύλινες καρέκλες της βεράντας με τ’ αστέρια αναμένοντας καρτερικά το πρώτο φως της μέρας.