...
- Κι από γιασεμί φτιάχνεται η αγάπη, κι από δάκρυα αστεριών, κι απ’ το λίκνισμα ενός φύλλου μέσα στα στήθη σου φτιάχνεται.
Πρέπει τις νύχτες να κλωθογυρνάς, οι εικόνες να μπλέκονται, το ίχνος του σώματος τους να σμιλεύουν πάνω σ’ άλλο σώμα, την έλλειψη ν’ αφήνουν πίσω καθώς παίρνουν δρόμο άλλο…
- Νιώθω ένα ποτάμι να κυλά στο στήθος μου, νιώθω ένα πέρασμα τ’ αγέρα, κάτι παράξενο σαν πόνο μα πόνος δεν είναι…
Σου έριξα μια κουβέρτα στους ώμους κι έτσι, με την κουβέρτα στους ώμους κατηφόρισες προς τη λίμνη.
Βάδισες ανάμεσα στα γιασεμιά, ένα κλαράκι κανέλλας κρατούσες στα δάχτυλα ανάμεσα.
Χαμογέλασες.
- Τι είναι τούτο που δεν καταλαβαίνω;
- Τούτο είναι η αγάπη.
- Και γιατί δεν την καταλαβαίνω;
- Κανείς μας δεν την καταλαβαίνει. Πότε έρχεται και πως, το ίδιο όταν φεύγει, ποτέ κανείς δεν το κατάλαβε…
- Μα με φοβίζει τούτο.
- Να μη φοβάσαι πρέπει μα ν’ αφήνεσαι…
Έγινες πουλί καθώς αφέθηκες, πλάι στη θάλασσα σ’ έβγαλε ο άνεμος σου και πλάι στο βουνό.
- Πες μου, είναι όμορφα τα ψηλά βουνά;
- Είχα ξεχάσει πως είναι απ’ εδώ πάνω.
- Είναι όμορφα;
- Μαγικά είναι, μ’ ακούς, είπες πιο δυνατά γιατί πια δε μ’ έβλεπες, μαγικά είναι.
Φάνηκα λίγο πιο κάτω, μ’ άπλωσες το χέρι να κρατηθώ ν’ ανέβω.
- Είναι πράγματι όμορφα εδώ πάνω, μα εκείνο που ομορφαίνει το τοπίο είναι εκείνο που κρύβεται στις καρδιάς σου τ’ ανοιχτά.
Πήρες μια κούπα την γέμισες νερό της λίμνης.
Έριξες λίγο στα γιασεμιά, λίγο στον ουρανό ψηλά – κι ας ποτέ δεν έφτασαν οι σταγόνες τόσο ψηλά – λίγες στην καρδιά βαθιά.
Κι έφθασαν βαθιά πολύ εκείνες, με το λεπτό τους το κορμί, το δροσερό, κάθησαν σ’ ένα περβάζι και σε κοίταξαν.
- Είναι αίσθηση γλυκιά για μας να δροσίζουμε την δική σου καρδιά, είπαν…
Νύχτωσε πια.
Πίσω απ’ τ’ αστέρια φανερώθηκε ένα πρόσωπο αγαπημένο.
- Με τα φεγγάρια θα έρχεται, με ρώτησες κι εγώ δεν είχα τι να πω.
Πρέπει τις νύχτες να κλωθογυρνάς, οι εικόνες να μπλέκονται, το ίχνος του σώματος τους να σμιλεύουν πάνω σ’ άλλο σώμα, την έλλειψη ν’ αφήνουν πίσω καθώς παίρνουν δρόμο άλλο…
- Νιώθω ένα ποτάμι να κυλά στο στήθος μου, νιώθω ένα πέρασμα τ’ αγέρα, κάτι παράξενο σαν πόνο μα πόνος δεν είναι…
Σου έριξα μια κουβέρτα στους ώμους κι έτσι, με την κουβέρτα στους ώμους κατηφόρισες προς τη λίμνη.
Βάδισες ανάμεσα στα γιασεμιά, ένα κλαράκι κανέλλας κρατούσες στα δάχτυλα ανάμεσα.
Χαμογέλασες.
- Τι είναι τούτο που δεν καταλαβαίνω;
- Τούτο είναι η αγάπη.
- Και γιατί δεν την καταλαβαίνω;
- Κανείς μας δεν την καταλαβαίνει. Πότε έρχεται και πως, το ίδιο όταν φεύγει, ποτέ κανείς δεν το κατάλαβε…
- Μα με φοβίζει τούτο.
- Να μη φοβάσαι πρέπει μα ν’ αφήνεσαι…
Έγινες πουλί καθώς αφέθηκες, πλάι στη θάλασσα σ’ έβγαλε ο άνεμος σου και πλάι στο βουνό.
- Πες μου, είναι όμορφα τα ψηλά βουνά;
- Είχα ξεχάσει πως είναι απ’ εδώ πάνω.
- Είναι όμορφα;
- Μαγικά είναι, μ’ ακούς, είπες πιο δυνατά γιατί πια δε μ’ έβλεπες, μαγικά είναι.
Φάνηκα λίγο πιο κάτω, μ’ άπλωσες το χέρι να κρατηθώ ν’ ανέβω.
- Είναι πράγματι όμορφα εδώ πάνω, μα εκείνο που ομορφαίνει το τοπίο είναι εκείνο που κρύβεται στις καρδιάς σου τ’ ανοιχτά.
Πήρες μια κούπα την γέμισες νερό της λίμνης.
Έριξες λίγο στα γιασεμιά, λίγο στον ουρανό ψηλά – κι ας ποτέ δεν έφτασαν οι σταγόνες τόσο ψηλά – λίγες στην καρδιά βαθιά.
Κι έφθασαν βαθιά πολύ εκείνες, με το λεπτό τους το κορμί, το δροσερό, κάθησαν σ’ ένα περβάζι και σε κοίταξαν.
- Είναι αίσθηση γλυκιά για μας να δροσίζουμε την δική σου καρδιά, είπαν…
Νύχτωσε πια.
Πίσω απ’ τ’ αστέρια φανερώθηκε ένα πρόσωπο αγαπημένο.
- Με τα φεγγάρια θα έρχεται, με ρώτησες κι εγώ δεν είχα τι να πω.
Πήρα ένα φύλλο το ‘ριξα καραβάκι στα νερά της λίμνης να ταξιδέψει.
- Μακριά θα σε παίρνει έστω κι αν με τα φεγγάρια έρχεται. Κάποτε θα ‘ρθει. Όλα κι όλοι έρχονται με τον καιρό.
Να θυμάσαι μονάχα τ’ όνομά του.
- Αγάπη θα τον λένε, έτσι δεν είναι, ρώτησες κ’ είχες μια γλυκιά παιδική αγωνία που έκανε το στήθος να πεταρίζει.
- Πάντα αγάπη θα τον λένε. Μόνο αγάπη θα τον λένε.
…
- Μακριά θα σε παίρνει έστω κι αν με τα φεγγάρια έρχεται. Κάποτε θα ‘ρθει. Όλα κι όλοι έρχονται με τον καιρό.
Να θυμάσαι μονάχα τ’ όνομά του.
- Αγάπη θα τον λένε, έτσι δεν είναι, ρώτησες κ’ είχες μια γλυκιά παιδική αγωνία που έκανε το στήθος να πεταρίζει.
- Πάντα αγάπη θα τον λένε. Μόνο αγάπη θα τον λένε.
…
3 σχόλια:
Όμορφη τρυφερή γραφή...
Kάποτε θαρθει....ναχεις το τζακι αναμενο...και κοκκινο γλυκό κρασι...και του ''εγω''τα παραθυρια καλά αμπαρωμενα...
Πανέμορφο κι αληθινό αποτύπωμα ψυχης!!Καλο σου βραδυ ήχε μου!!!!
΄Ηχε μου Γλυκόηχε,
ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ! Και ΠΑΝΤΑ ΑΓΑΠΗ ΘΑ ΤΟΝ ΛΕΝΕ...
Κι΄αν τύχει και φύγει...για ΠΑΝΤΑ αυτό θα είναι τ' όνομά του.
Φιλί γλυκό σου αφήνω και Γλαρένιες αγκαλιές
Δημοσίευση σχολίου