Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2007

Μετά πάλι κουρασμένη

Μετά πάλι κουρασμένη θα καθίσεις
στον καναπέ του μικρού σαλονιού
τα μάτια θα δακρύσουν από κάποιο ερεθισμό ή αλλεργία
θα κρατήσεις στα χέρια ένα περιοδικό
και θα με κοιτάξεις
όπως σε κοίταζα τόση ώρα
αφομοιώνοντας την κάθε σου κίνηση.

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2007

Μια ανάσα γη γυρεύω

Μια ανάσα γη γυρεύω
ν’ απιθώσω ένα βήμα στέριο,
να μην αγκυλώνεται
ακόμα και το πέρασμα της παλάμης
πάνω απ’ το πρόσωπο.


Κλείνω τα μάτια μα πονάω
η κίνηση του στήθους απ’ την ανάσα με πονάει.


Κλείνω τα μάτια
και κάθε ξημέρωμα
ίχνη αιμάτινα ανακαλύπτω
από τα πόδια του κρεβατιού
ως το παράθυρο και πίσω.


Στέρεψε και τ’ οξυγόνο εδώ
μόνο η ανάσα μου απομένει
αρνημένη κι αυτή
από χιλιάδες αποστάσεις.



Το παραπάνω αναρτήθηκε ως σχόλιο στο ποίημα της κ. Κατερίνας Καριζώνη «Γράμμα στη μητέρα».

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2007

Ασπρόμαυρες κινήσεις

Οι κινήσεις σου ασπρόμαυρες
θυμίζουν ταινία παλιά
και κάποτε γελώ μαζί σου
όχι από κακία ή αστεϊσμό
αλλά για σου κλέψω
ένα χαμόγελο ή ένα μορφασμό.

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2007

Το σώμα της ψυχής μου

Τώρα που έχει πια νυχτώσει
ένα φως τρεμοπαίζει
κάνοντας τις σκιές να χορεύουν.
Μέσα στην κίνηση του χορού
δύο άγγελοι κατέβασαν για λίγο τον ουρανό
το σώμα της ψυχής μου να πάρουν ψηλά.
Πάνω στα ίχνη τους
μια παρένθεση έκλεισε στα φυλακισμένα της όρια
το γιατί και το πώς.

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2007

Κανείς δεν θ’ ακούσει το σάλπισμα

Είναι άγνωστο κ’ ίσως ολότελα γνωστό μου
τούτο το σάλπισμα που φθάνει βαδίζοντας πάνω στις στέγες.

Τα σπίτια μας είναι έρημα από χρόνια
κανείς δεν θ’ ακούσει το τρίξιμο στα κεραμίδια της στέγης
κανείς δεν θ’ ακούσει το σάλπισμα
κανείς δεν θα δηλώσει παρών

ένα θυρόφυλλο μονάχα θα χτυπήσει από τον άνεμο
κ’ ίσως τούτο να ‘ναι κατά βάθος μια απάντηση.

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2007

Κοινοκτημοσύνες

Στις κοινοκτημοσύνες
κανείς δεν μοιράζεται την μοναξιά…

.

απο το e-book: Ιωάννης Τσιουράκης, Ήχος Πλάγιος. Μόνος... δεύτερη γραφή

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2007

Έρχονται βράδια

Έρχονται βράδια, πίσω απ’ τα έπιπλα παραφυλάει μια ερημική σκιά.
Σαν κλείνεις το φως ανταμώνει με το σκοτάδι που αφήνει η ψυχή καθώς φεύγει.
Θ’ απλώσεις τα χέρια σε λίγο, για λίγο.
Ψηλαφείς άραγε το ανάγλυφο των δακρύων στο περιθώριο των ματιών;
Έχει την αίσθηση από το άγγιγμα του βράχου στο δυνατό πέρασμα του ανέμου, αν τύχει να τ’ αγγίξεις θα το καταλάβεις.
Θα πεισμώσεις.
Πεισμώνουν τα χτυπήματα δεν σκοτώνουν.
Πίσω από την πόρτα παραφυλάει ένα μαύρο πουλί.
Ξεχωρίζω τα μάτια του.
Έχει τα χείλη σου, μα η φωνή του είναι πέτρινη.
Σπάζει τις γυάλινες υποσχέσεις που έχτιζαν γέφυρες να περάσεις.
Πίσω απ’ την πόρτα ένα φανάρι απλώνει σκοτάδι κι απορροφά τα ίχνη των βημάτων.
Θα χαθείς.
Χάνεσαι επαναληπτικά.
Μεταμοσχεύεις στα στήθη μου τον χτύπο της πόρτας που κλείνει, στα δάχτυλα μου σφηνώνεις το πόμολο.
Κανείς δεν ανοίγει τις σκονισμένες πόρτες.
Κανείς δεν απλώνει τα χέρια σε κουρτίνες αραχνιασμένες.

Πίσω απ’ την πόρτα και πίσω απ’ τους ανθρώπους, ένα μαύρο πουλί κατατρώει τα ψίχουλα που αφήνουν τα παιδιά να επιστρέψουν στο όνειρο και πια ζουν έξω από αυτό.

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2007

Τα σταυροδρόμια της ψυχής

Έχεις ποτέ αντικρίσει μια ψυχή σε σταυροδρόμι;
Μοιάζει φιλί αφημένο στον άνεμο.
Μοιάζει μ’ άνεμο που ματώνει στον κοφτερό βράχο.

Έχεις ακούσει ψυχή ν’ ανασαίνει σε σταυροδρόμι;
Βουή όχλου που κατεβαίνει οργισμένος σε διαδήλωση.
Κλάμα παιδιού που χτύπησε
και δεν βρίσκει ένα χάδι να του πάρει τον πόνο.

Φύλαξε ένα κλαράκι γιασεμιού
από το πέρασμα μου και συνέχισε.

Μην πεις πως λυπάσαι.
Όλα ξεχνιούνται κάποτε.
Τα χνάρια, τα λόγια, τα όνειρα μας.

Λοιπόν ...

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2007

Γράμμα στον πατέρα

Δεν πρόσμενα ποτέ να ΄ρθείς για να ζητήσω κάτι.
Ήθελα απλά να σε βλέπω, κι εσένα και τη μητέρα.
Μου λείπατε από παλιά, όχι πως το θέλατε, απλά έτσι έπρεπε.
Τώρα σα να πήρα να εξοικειώνομαι με τούτη την απουσία, ίσως γιατί έφυγα εγώ.
Με κούρασαν πολύ οι αποχαιρετισμοί.
Είναι όμως και φορές που θέλεις να έχεις κάποιον να αποχαιρετήσεις ή να σ’ αποχαιρετήσει.
Σε θυμούμαι να επιστρέφεις από την δουλειά.
Κουρασμένος πάντοτε.
Λίγο θλιμμένος στην αρχή, στα πρώτα μου χρόνια, ήταν και ο εποχές δύσκολες.
Αργότερα, με μια όμορφη ικανοποίηση στα μάτια.
Την ικανοποίηση τούτη τη θυμούμαι και σ’ άλλες στιγμές.
Όταν τελείωνες κάτι που έφτιαχνες, πότε στο ένα σπίτι πότε στο άλλο.
Δεν παίξαμε ποτέ μας μπάλα, μήτε ψαρέψαμε, φτιάξαμε όμως και φτιάξαμε πολλά και στην Χαλκιδική κι αλλού, κι ας έχω χρόνια να επιστρέψω εκεί.
Όταν σιωπώ είναι για να κρατώ μέσα μου τις εικόνες.
Φοβούμαι τη στιγμή που θα μείνει δίχως εικόνες η ψυχή μου.
Φοβούμαι…