Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2009

Ελένη Νανοπούλου - "Ολόγραμμα"


Ολόγραμμα

.

κάθε βράδυ γυρίζοντας

θ’ ανοίγω τις παλιές φθαρμένες ιστορίες

να μην κλαίν

που κάθομαι εγώ αντίκρυ σου

και πίνω αθανασία την ανταύγεια σου

.

***

.

Γέρμα

.

ΙΙ

.

τα χέρια μας τα χέρια μας

μ’ όλα τα μάνταλα ανοιχτά

κι ερημιές να σβήνουν

κει που οι όρμοι των χειλιών

αγκυροβόλι πιάνουν

.

μικρή – μικρή εγώ στα χέρια σου

μου φοράς το πέτρωμα της Λάβας

.

***

.

Τα λινά

.

Ι

Πήρε αργά η ώρα

Ο έρωτας εδόθηκε στους ευτυχείς

πλαγιάζουν οι φωνές τα πρόσωπα

διαθέσιμα μέχρι τα κόκκαλα ποτάμια στάζουν φιλιά

ίσαμε το μεδούλι σκίζεται η ψυχή

.

.

ΙΙΙ

ας λεν οι άλλοι

το κρύο τους το κουβαλούν αιώνες

με φόβο πλαγιάζουνε τις αγκαλιές

κι εκείνες ψάχνουν σε παράθυρα

μια κατακόκκινη πανσέληνο

ν’ ακούσει απευθείας

το πως φοβάται ο ύπνος

.

***

.

Εσπερινός

δεν μπορώ να δω

είναι μεγαλείο τούτη η ώρα

του εσπερινού

άναψε ένα λιβάνι πρόσχημα

αμαρτωλό τ’ αηδόνι

που σε φίλησε
.

.
II

θεέ μας

μας έψαχνες

με τον κανόνα και την απαίτηση

εν’ άθροισμα είναι το νερό

απ’ το ελάχιστο και το πολύ μας σώμα

.

δεν κοιμάμαι ποτέ τις μικρές ώρες

κάποτε – κάποτε πλαγιάζω

στην αυτοψία της αγάπης

.

αποδημώ με την απρέπεια

.

.

.

.

Η Ελένη Νανοπούλου γεννήθηκε στο Άργος. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της στο Τμήμα Οπτικής, σπούδασε Σκηνογραφία - Ενδυματολογία στη Σχολή του Λυκ. Σταυράκου, και εργάζεται στο θέατρο το κινηματογράφο και την τηλεόραση. Στην επαγγελματική της διαδρομή έχει συμμετοχές ως Σκηνογράφος-Ενδυματολόγος σε κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές σειρές και θεατρικές παραστάσεις.

Το «Ολόγραμμα» που εκδόθηκε το 2009 από τις εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ είναι η πρώτη της δημοσιευμένη ποιητική συλλογή. Το ‘’Ολόγραμμα’’ είναι ένα σώμα, με πέντε ενότητες γραφής, με στόχο όμως να μπορεί η κάθε μια να σταθεί και μόνη. Από την ποίηση του ‘’Ολογράμματος’’ δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα δημοσιευμένο κάποιο δείγμα γραφής στο διαδίκτυο μήτε σε λογοτεχνικό περιοδικό.

Άλλα ποιήματα της έχουν δημοσιευθεί στο περιοδικό Ρωγμές τεύχος 8ο.

Δραστηριοποιείται τα δύο τελευταία χρόνια στο διαδίκτυο, και διατηρεί τη σελίδα ‘’Σταγόνες από μελάνι’’

http://indianmist.blogspot.com/

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2009

Στον αριθμό 7 της οδού Αλκιβιάδου

Στον αριθμό 7 της οδού Αλκιβιάδου, έζησα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ‘80 και μόνο για τέσσερα χρόνια.

Στο 7ο Δημοτικό Σχολείο φοίτησα για δύο χρόνια έχοντας ήδη περάσει τα τέσσερα προηγούμενα στο 86ο, με την ολοκλήρωση των σπουδών αυτών βρέθηκα στο 3ο Γυμνάσιο Αμπελοκήπων, το οποίο τελείωσα μένοντας ήδη τα δύο τελευταία σε άλλη γειτονιά.

Έμαθα να προσαρμόζομαι σε νέους τόπους, να γνωρίζω τους ανθρώπους τους, τις συνήθειες.

Ακόμη και σήμερα συχνά μετακομίζω, λόγω δουλειάς πια, όχι όμως από γειτονιά σε γειτονιά αλλά από πόλη σε πόλη.

.

Από τους δασκάλους ξάκρισε δύο η ψυχή μου, την κυρία Ξανθή και τον κύριο Βασίλη, από Κρήτη και Έβρο, στο 86ο Δημοτικό Σχολείο Θεσσαλονίκης και στο 7ο των Αμπελοκήπων αντίστοιχα.

Μου έμαθαν και οι δύο αριθμητική κι έπειτα μαθηματικά, τα αγάπησα τόσο που έμαθα να σκέφτομαι «μαθηματικά» - μη μου ζητήσετε να το εξηγήσω.

Στο Γυμνάσιο ήρθε η ρήξη, όχι μαζί τους μα με τον μαθηματικό.

Ερωτευμένος εκείνος με το πρόχειρο, άγνωστη για εμένα λέξη και η κατηγορία της αντιγραφής υπήρξε ο εύκολος δρόμος για εκείνον.

Ίσως στα στενά σύνορα του κόσμου του να είχε δίκιο, όμως τόσα χρόνια μετά κι έχω ακόμα την απορία του πως είναι δυνατή η αντιγραφή του αποτελέσματος όταν η άσκηση είναι εκτός βιβλίου κι εσύ βρίσκεσαι στον πίνακα…

Έχασα τον κόσμο μου όλο, τις προσθέσεις μου, τα κλάσματα, του αγνώστους χ και ψ μου, δώδεκα χρονών παιδί ήμουν και μου έπνιγαν την πιο μεγάλη μου αγάπη.

Τα υπόλοιπα χρόνια τα αφιέρωσα στο πείραγμα των συμμαθητών και στα διαλύματα, σκασιαρχεία δεν έκανα μήτε στο Λύκειο.

.

Πολύ αργότερα, παρακολουθώντας κάποιο μάθημα σε αίθουσα του Ιστορικού Αρχαιολογικού τμήματος του ΑΠΘ περιμένοντας την μικρότερη μου ξαδέρφη που σπούδαζε εκεί, κατάλαβα πως εκείνα τα χρόνια, άφησαν πολλές γνώσεις μέσα μου να υπάρχουν.

Ο κύριος Μυλωνάς, του μαθήματος της Ιστορίας, μας είχε μάθει πολλά περισσότερα από κάποιες χρονολογίες κι αν δεν το καταλαβαίναμε τότε, είχε φθάσει η στιγμή για αυτή μου την γνώση, κάποιοι ίσως ποτέ να μην το καταλάβουν.

Η θεολόγος, η κυρία Ναξάκη, ήταν η αδυναμία μου κι εγώ η δική της άλλωστε, κι ας με αδίκησε που δεν είχα αποστηθίσει τα βιβλία την Παλαιάς και Καινής Διαθήκης.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ το χτύπημα της βέρας του παράμεσου του δεξιού χεριού στο κάγκελο της σκάλας, ήχος που μας γνωστοποιούσε πως έπρεπε να βιαστούμε ώστε να καταλάβουμε τις θέσεις μας για την έναρξη του μαθήματος, κι ακόμα την παλαιά εκείνη κουδούνα με μορφή καμπάνας που κάποιες φορές σήμαινε με εκείνη την έναρξη του διαλύματος.

.

Μια βροχερή μέρα του περασμένου χειμώνα, θαρρώ πως την είδα να παλαντζάρει τα βήματα και τα μικροσκοπικά της γυαλιά προσπαθώντας να διασχίσει την οδό Τσιμισκή, δεν μπόρεσα να την πλησιάσω.

.

Θυμούμαι την καθηγήτρια των Γαλλικών, την κυρία Μηλλά, τους γυμναστές κυρίους Ντασκαγιάννη και Καμτσίκη.

Τον κύριο Πολιτίδη με το όμορφο γενάκι του.

.

Στην στρατιωτική παρέλαση της 25ης Μαρτίου στα 2001 στην πόλη της Κομοτηνής, συνάντησα τον κύριο Αθανασίου, μαθηματικός στα δύο τελευταία χρόνια, μόνο που η σχέση μου με το αντικείμενο διδασκαλίας του είχε πάψει να υφίσταται από καιρό.

.

Με την γεωγραφία τα πήγαινα σχετικά καλά.

Κυρία Καλπαχίδου, συγχωρέστε με που πια δε θυμούμαι τα ποτάμια, τα βουνά και τις θάλασσες, ταξίδεψα όμως στα περισσότερα από αυτά, κι αν και πάλι αδυνατώ να θυμηθώ τα ονόματα τους είναι γιατί έμαθε η ψυχή μου να φυλά την εικόνα τους, το αλάφιασμα των αισθήσεων στα στήθη, την γεύση, το άρωμα τους.

.

Για τούτη την διαδικασία της ψυχής μου, να κρατά δηλαδή εκείνα που την βοηθούνε να νιώθει πιο γεμάτη, μέρος ευθύνης φέρει η φιλόλογος μου, η κυρία Παρασκευή Τσιάκκα.

Με τα τότε μου μάτια θα έλεγα πως ήταν αυστηρή, με τα σημερινά μου όμως πως ήθελε κάτι να μας μάθει διαφορετικό από τα γραμμένα στα μεγάλα μας βιβλία.

Έμεινα άφωνος στην απάντηση του ερωτήματος που της απύφθηνα κάποια στιγμή για το αν πρέπει να αναλύουμε την ποίηση, ήταν ένα μεγαλόπρεπο Όχι που αποκωδικοποίησα χρόνια μετά.

Ίσως και λάθος να κάνω όμως όταν κάποιος μου λέει «εγώ, την ποίηση δεν την καταλαβαίνω» του απαντώ πως την ποίηση την αφήνεις μόνη της και λειτουργεί, φυλάς καλά ότι εκείνη σου αφήσει στο τέλος, μιαν εικόνα, ένα χρώμα, μια γεύση, μιαν αίσθηση αλλιώτικη από πριν, και κάθε φορά που θα επιλέγεις να πορευθείς με την ίδια ποίηση θα σε βγάζει κάπου αλλού.

Με τον τρόπο της, ομολογώ πως παρόμοιο δεν συνάντησα πουθενά από τότε, μου έδειξε τον δρόμο του γραψίματος, σα παιγνίδι ήταν, πως όμως να ονομάσεις παιγνίδι το σκάψιμο των λέξεων στην ψυχή;

.

Τις μέρες τις αποχαιρετιστήριες στη Σάμο, πέρασα το κατώφλι του Ιστορικού της Αρχείου όπου βιοπορίζονται ορισμένα μέλη της συντακτικής ομάδας του λογοτεχνικού περιοδικού του νησιού, του «Απόπλους».

Καθηγητής στο επάγγελμα ένας εξ αυτών και στην δυσφορία που ένιωσα καθώς με προσφωνούσε ποιητή, μου είπε «αν έχεις κάνει κάποιον να κλάψει με κάτι που έχεις γράψει τότε είσαι» την παραπάνω φράση του συνόδευσε με μια ιστορία.

«Νεοδιορισμένος καθηγητής στη Σάμο και είχα την τιμή να συνυπηρετώ με έναν μεγάλο άνθρωπο της εκπαίδευση του νησιού.

Σε μια μας συζήτηση και αντιλαμβανόμενος το όνειρο που είχα, μου είπε πως την παιδεία δεν μπορεί κανείς μας να την σώσει, σε έναν και μόνο άνθρωπο να δείξουμε τον δρόμο που πραγματικά θέλει να ακολουθήσει τότε έχουμε εκπληρώσει τον προορισμό μας.

Τώρα, τόσα χρόνια μετά καταλαβαίνω τι ήθελε να μου πει εκείνος ο άνθρωπος και πόσο δίκιο είχε τελικά.»

.

Και τούτο, παρότι καθηγητής δεν έγινα ποτέ, το πιστεύω.

Νιώθω λοιπόν, πως οι άνθρωποι που γνώρισα τότε ανήκουν σε τούτη την κατηγορία.

Αγόγγυστα από το δικό του μετερίζι ο καθένας προσέφερε εκείνα που τόσο καλά γνώριζε.

Το πόσα οφείλω σε όλους αυτούς ίσως ποτέ να μην το μάθω, σε όσους ανέφερα και στους ελάχιστους, δυστυχώς, του Λυκείου.

.

Μέσα από τούτο το «άψυχο» μέσο γνώρισα τον Νικηφόρο Τ.

Φίλο τον νιώθω πια κι ας είναι μεγάλα τα χρονικά διαστήματα που δε βρισκόμαστε.

Καθηγητής Γαλλικών σε εκείνο το Γυμνάσιο και με παρότρυνε πριν την παρουσίαση του Ήχου Πλάγιου εδώ, στην πόλη της Θεσσαλονίκης, να πραγματοποιήσω μια επίσκεψη στο παλιό μου σχολείο.

Η χαρά μου είναι μεγάλη που βρήκα τους περισσότερους από εκείνους τους Ανθρώπους συγκεντρωμένους ακόμα εκεί, γεμάτοι χαμόγελα και αγάπη, δείγμα καθαρών ψυχών και τα δυο τους.

.

Είναι από τότε που ήθελα να γράψω κάτι για όλους αυτούς και δεν ήξερα τι, σήμερα απλά βοήθησε η μέρα, σήμερα το μυαλό είχε ανέβει στην χρονομηχανή του κι επέστρεψε.

.

Σας ευχαριστώ όλους σας για όσα μου δώσατε.

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2009

Μόνο που τώρα

Μόνο που τώρα, μονάζω στον δικό σου έρωτα

χρόνο δεν επιτρέπω να χαθεί σε πράγματα άλλα

κι όταν νυχτώνει, λιτανεύω το φιλί σου.

.

.

από το e-book: Ιωάννης Τσιουράκης, Υποσχέσεις του Φθινοπώρου

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2009

Απόψε ακούω μόνο τη φωνή σου

Απόψε ακούω μόνο τη φωνή σου

πως τραγουδάει κάτου απ’ το κόκκινο φεγγάρι

πως ψιθυρίζει λόγια μυστικά

πως νανουρίζει στη μεγάλη θάλασσα όσα ζήσαμε.

.

Κ’ ήταν

τα χέρια τα δικά μου που βαστούσαν

ένα ποτήρι με κρασί στα χείλη σου να φέρουν

κ’ ήταν

τα χέρια τα δικά σου που βαστούσαν

ένα ποτήρι με κρασί στα χείλη μου να φέρουν.

.

Μεταλαμβάνοντας τον έρωτα

μεταλαμβάνοντας το ρίγος ενός ξυπνήματος πρωινού

ενός αγγίγματος

ενός φιλιού.

.

Μ’ απόψε

πίσω επιστρέφουν όσα ήρθαν

για να ‘ρθουν πάλι

καιρό μετά

ντυμένα το μεταξωτό τους ρούχο

που δύο σταγόνες βρόχινες θα το μουσκέψουν…

.

.

από το e-book: Ιωάννης Τσιουράκης, Υποσχέσεις του Φθινοπώρου

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Παρασκευή είναι

Παρασκευή είναι, περιμένω το λεωφορείο της γραμμής.

Γιατί άραγε πάντα αργεί όταν το περιμένω;

.

Έχω τόσον καιρό να σε δω, νιώθω πως ξεχνώ το πρόσωπο σου.

Τα βράδια όμως επιστρέφεις, τρυπώνεις στα όνειρά μου.

Σιωπάς.

Ξαπλώνεις στο σχήμα του κορμιού μου.

Γινόμαστε ένα.

Τα δάχτυλα μας τυλίγονται, παίρνουν ένα πινέλο, ζωγραφίζουν όνειρα, της καρδιάς μας το χτύπημα το φθινοπωρινό..

.

Το ρεύμα σου με διαπερνά.

Δεν προσπαθώ από κάτι να σωθώ για τούτο αφήνομαι.

.

Έχω τριαντάφυλλα αγοράσει, κόκκινο, κήπος να μοιάζει το σπίτι μας.

Δύο αστέρια αν είχα θα έμοιαζε ουρανός το ταβάνι..

.

Θ’ ανοίξω το κρασί σε λίγο.

Τα κεριά θα ανάψω για να ‘ρθεις…

.

.

από το e-book: Ιωάννης Τσιουράκης, Υποσχέσεις του Φθινοπώρου

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2009

Υπόκλιση

Θέλω

τα γόνατα σου να φιλήσω

γιατί γονατιστός

τραβάει κανείς στον έρωτα

κ’ υποκλίνεται.

.

Λογοτεχνικό περιοδικό "Απόπλους", τεύχος 48, Σάμος, Άνοιξη Καλοκαίρι 2010

.

από το e-book: Ιωάννης Τσιουράκης, Υποσχέσεις του Φθινοπώρου