Άπλωσε το μελάνι στο λευκό χαρτί
κίτρινα κόκκινα καράβια ζωγραφίζει
στη γαλανή θάλασσα
κι έτσι όπως δε βουλιάζει το χαρτί
πάνω στο χαρτί που ταξιδεύει
πλέουν ολοταχώς οι αισθήσεις
στην αγκαλιά του καλοκαιριού…
Είναι κάποια βράδια
που ηχεί εντός μου
μια φωνή και με ξυπνά.
Βγαίνουν εικόνες αλαφιασμένες από τα στήθη
βγαίνουν μικρά βαρκάκια
μεσοπέλαγα της ψυχής για πυροφάνι.
Σηκώνουν τις πιο μεγάλες μου λύπες
μακριά τις παίρνουν.
Καθώς ξημερώνει μόνο
έχει το νερό απ' τα λαγήνια σωθεί
έχουν πονέσει τα χέρια απ' το κουπί
κι έτσι που ξυπνώ κουρασμένος
έχω μια διψασμένη αγωνία
φιλημένη στα χείλη.
από το e-book: Ιωάννης Τσιουράκης, Αίθουσα Αναμονής - Εισιτήρια
Οι μέρες είναι ζεστές πια
σμιλεύουν ευκολότερα τα χέρια τον πηλό.
Πλάθω το πρόσωπό σου.
Μετρώντας αντίστροφα το κύλισμα των ωρών
αφήνω κεριά αναμμένα εκεί όπου θ’ ακουμπήσεις τ’ απαλά σου πέλματά
χτενίζω με τ’ ακροδάχτυλα τις άκρες των πήλινων μαλλιών σου
χαράζω τις πτυχές τους
χαράζω τους παφλασμούς των ονείρων σου επάνω τους.
Μια μετάξινη ανταύγεια ανασαίνει βαθιά πάνω στο στήθος
– Θεέ μου, πόσο όμορφο έπλασες τούτο τον κόσμο
και κράτησες φτωχούς τους ανθρώπους μακριά του;
έμαθα να ραγίζω με φως τα σκοτάδια
χώρεσα την μορφή σου μέσα τους
έσπειραν εντός σου μιαν ηλιαχτίδα τα σκοτάδια τρυφερή.
Αυτό ήταν λοιπόν
υποκλίθηκε κι ο ήλιος του μεσονυκτίου στην ύπαρξη σου
και τα φεγγάρια τα πανσέληνα
στο προσκέφαλο σου καταδύονται.
Να προσέχεις πρέπει τα βήματα σου
πάντοτε για δύο είναι ο χορός
πότε πίσω σ’ αφήνει εκείνος που οδηγεί
και πότε τον πατάς…
από το e-book: Ιωάννης Τσιουράκης, Αίθουσα Αναμονής - Εισιτήρια
Οι νύχτες ρημαγμένες υποδέχονται
ένα καμιόνι στρατιωτικό.
Πέρα δώθε μεταφέρει
υπόχρεους θητείας στρατιώτες
περά δώθε ο σαλπιγκτής
εγερτήριο – σιωπητήριο
μια ζωή προσοχή την ώρα του καθήκοντος
μετάν0ια κάθε Κυριακή.
Το ίδιο ρημαγμένες οι νύχτες
με μιαν εστία
που δεν φωτίζει τη σιωπή.
Ένα τεφτέρι τα βερεσέδια
όνειρα και φυλακές
αραδιασμένα σε λεκιασμένες σελίδες
λάσπης λεκέδες και ιδρώτα
μεταμεσονύκτιες βρισιές αγγαρείας.
Πέντε μέρες άδεια
δύο οδοιπορικά
η ταυτότητα μεταλλική στο στήθος
ανασαίνει μαζί του βαθιά
καθώς γίνεται μίσθιο το άγγιγμα
καθώς η ανάγκη οδηγεί τα βήματα
στην πίσω πύλη του στρατοπέδου
παράνομο φιλί να ξεδιψάσει τα χείλη.
απο το e-book: Ιωάννης Τσιουράκης, Ήχος Πλάγιος. Μόνος... δεύτερη γραφή