Πεντακόσια είκοσι χιλιόμετρα για το χωριό κι έπειτα από τα πρώτα, το πολύ, εκατό, ύπνος βαθύς στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, κι ενώ το ραδιόφωνο παίζει τραγούδια των ημερών και κάλαντα από τη Θράκη (στην οποία και πηγαίναμε) ως την Ήπειρο και την Κρήτη, έκανα ήδη τα πρώτα μου ταξίδια στα όνειρα κουρασμένος καθώς ήμουν απ’ το σεργιάνι στις γειτονιές της πόλης.
Ο δρόμος ακόμα παλιός, μέσα από χωριά με εκκλησίες και μιναρέδες, πολύστροφος, όμορφος μα κουραστικός στις πολλές του επαναλήψεις.
Φθάναμε πάντοτε νωρίς το απόγευμα, που πάει να πει, επίσκεψη στα γειτονικά συγγενικά σπίτια για κάλαντα.
Στη μασίνα – έτσι την έλεγαν στο χωριό την ξυλόσομπα – σιγόβραζε φασολάδα με καυτερή πιπεριά και λουκάνικο χειροποίητο με πράσο.
Οι αγκαλιές πιο ζεστές από τη φλόγα της φωτιάς, η γιαγιά με τα κεντίδια της κι ο παππούς στο τάϊσμα των κατσικιών στην αυλή.
Μέρες συνήθως χιονισμένες με παιγνίδι πολύ και τις μύτες να τρέχουν από τον ιδρώτα και το κρύο…
Πέρασαν χρόνια από την τελευταία φορά.
Τα χιόνια δε φθάνουν συχνά στην αυλή του σπιτιού μα κι αν έρθουν θα ‘ναι για λίγο.
Οι άνθρωποι πήραν σιγά σιγά να φεύγουν.
Τα Χριστούγεννα τα πιο πολλά πια με βρίσκουν στη δουλειά, πότε παραμονή, πότε ανήμερα.
Μόνο που τελευταία κάτι αλλάζει.
Κάτι ομορφαίνει την κάθε στιγμή.
Ξημέρωσαν Χριστούγεννα λοιπόν, και τα αισθήματα τα πιο όμορφα έχουν ριζώσει επάνω στα στήθη μου και τα χέρια στις φούχτες τους ζεσταίνουν μια καρδιά τρυφερή που κούρνιασε καιρό τώρα μέσα τους.
Κι έχουν τόσα χρώματα όμορφα ντυμένα στο κορμί τους, τόσες νότες χαρούμενες που νιώθω πως άλλα όμοια δεν έζησα.
Κ’ είναι όλα εδώ.
Η αρμύρα της θάλασσας, το γλυκό των ποταμών, του ήλιου το φωτεινό και το σκοτάδι το απαλό μιας νύχτας που άρχισε μόλις να γδύνεται πίσω απ’ τις σκιές των δέντρων στο παράθυρο απ’ έξω και των επίπλων, που πια δε στέκουν σκονισμένα σε κανενός παραμυθιού τις σελίδες.
Ξημέρωσαν Χριστούγεννα κι ένα μικρούλι έλκηθρο είναι σταματημένο στη χιονισμένη μου σκεπή περιμένοντας να πετάξει στον ένα του και μοναδικό προορισμό να προσφέρει σκέψεις όμορφες, αγωνίες κι όνειρα.
Κ’ είναι όλα τους εδώ, ντυμένα την στολή τους την αγιοβασιλιάτικη και το πιο όμορφο χαμόγελο τους.
Έχουν και μια τρομπέτα στα χέρια και ξεσηκώνουν κάθε τι μέσα μου.
«Σμύρνα, λιβάνι και χρυσό» κάθε τι απόψε σαν ένα χέρι να άγιασε την κάθε στιγμή της μέρας αυτής κι όχι μόνο αυτής…
Καλά Χριστούγεννα να έχουμε όλοι!!!