Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2008

Που πας τη νύχτα παλικάρι...

Δυσκολεύομαι πολύ να σου γράψω.
Ίσως και να φταίει που δεν σε φύλαξε καθόλου η παιδική μου μνήμη.

Πέρασαν χρόνια πολλά από τότε.
Κάθισα βράδια κοιτάζοντας μια φωτογραφία με καπέλο στρατιωτικό και τα ινία ενός άλογου στο χέρι.

Γεννήθηκα λίγο πριν φύγεις.
Όταν ήρθαμε από το Βέλγιο και με είδες να περπατάω έκλαψες.
Βρισκόσουν από μέρες στο νοσοκομείο, ντυμένος εκείνο το θλιμμένο χρώμα που έχουν οι πιζάμες – για τούτο ίσως δεν μ’ άρεσαν ποτέ – περιμένοντας «απλά» τον χρόνο να περάσει.

Είναι φορές πολλές που ανακαλώ μέσα μου τη μνήμη.
Βλέπω πάλι εικόνες των παλιών σπιτιών.
Εικόνες εποχών περασμένων, πρόσωπα.
Δεν κατάφερα ποτέ ν’ ανασύρω μια εικόνα δική σου.
Μου γεννά μια έλλειψη τούτο.

Όλοι λένε πως είχες ένα χαμόγελο στα χείλη, βλέμμα λυπημένο, καρτερία στην ψυχή.
Πέρασες γαλήνια χρόνια δύσκολα.
Τον πόλεμο, το κυνηγητό, την αδικία, τις ανακρίσεις.

Μεγαλώνοντας καταλαβαίνω εντός μου πόσα δικά σου πράγματα κληρονόμησα.
Δεν δε γνώρισα.
Kληρονόμησα τ’ όνομα σου.
Συγχώρησε μου την αυθαιρεσία μα τούτο το όνομα ευωδιάζει αγιότητα.
Πράγματα δικά σου δεν έμειναν πολλά πίσω.
Λίγες φωτογραφίες, τρία κομμάτια μέταλλο από τα χρόνια που πέρασες στα ορυχεία του Στρατώνι.

Ένα μεσημέρι μου ‘πε η μητέρα πως όταν επιστρέφοντας στην Ελλάδα φθάσαμε στην κλινική, κόντευαν μεσάνυχτα.
Οι πόρτες ήταν κλειδωμένες.
Πετούσε πέτρες η μητέρα στο τζάμι να μας ακούσετε για να μπούμε.
Δάκρυσα όταν μου το είπε, όπως κι εσύ.

Είχες μιαν ήρεμη δύναμη στην ψυχή, στο βλέμμα σου το έβλεπε κάποιος.
Πράος, δίκαιος.
Με μιαν αγάπη φυλαγμένη για όλους.

Διάλεξα μια τέτοια μέρα να σου γράψω.
Έχει συυηφαστει με ήρωες τούτη η μέρα εντός μου, κι εγώ έτσι σ’ έμαθα.
Γιατί έτσι ήσουν.
Μου λείπεις.

14 σχόλια:

Ευαγγελία Πατεράκη είπε...

Ιωάννη, εδώ νομίζω δεν έχει χώρο για κανένα σχόλιο... Είναι πολύ πολύ προσωπικός τόπος.
Διάβασα όμως την ανάμνηση σου, αφού έτσι ποιητή το θέλησες.

Ανώνυμος είπε...

σε μια εποχή αντιηρωική
υπάρχουν πένες που ριγούν
(χωρίς φανφάρες και πομπώδεις
καταθέσεις)
τίποτα άλλο

η ψυχη μου το ξερει είπε...

Εγώ θα τον έλεγα ευλογημένο άνθρωπο..Ξέρεις τι σπάνιο είναι να σε θυμούνται με αγάπη, τρυφερότητα και περηφάνεια άνθρωποι που δεν σε έζησαν παρά ελέχιστα;...

Την καλησπέρα μου, Ιωάννη:)

η κοπέλα με το καναρινί φόρεμα είπε...

"Η αγάπη δεν αλλάζει με το θάνατο, τίποτα δεν χάνεται κι όλα στο τέλος είναι συγκομιδή".

Το ξέρεις ήδη αυτό... μα ήθελα να σου το αφήσω κι ας μην είναι δικό μου.

Ανώνυμος είπε...

το βλέμα σου δεν χάνεται όπως και η κληρονομιά
τα λόγια σου έχουν παραλήπτη
και το δάκρυ αποστολή

και ναι ευωδιάζει η αγιότητα ποιητή
σαν τυπώνεται από δάκτυλα φωτιά

πέρσαν τα μεσάνυχτα
κι ελπίζω να σε βρεί η σκέψη μου

καλό σου ξημέρωμα

Μαργαρίτα είπε...

...............

σιωπώ, αισθάνομαι, θαυμάζω

μακάρι η λέξη: Υπέροχο!!!
να εξέφραζε όλα αυτά που νιώθω

Έτσι να είσαι πάντα και να θυμάσαι***

Μαραγκάκη Αristea Delacroix είπε...

ποναει!
με ποναει πολυ ολο το κειμενο, η καθε λεξη του με ποναει.
γι ολους οσους αγαπω και θα φυγουν και εχουν φυγει και δεν προλαβα να δω ...γιατι μου λαχε να μαι εδω.

και η ξενητια ειναι λενε θανατος μισος.

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Ευχαριστώ πολύ Προμηθέα.
Να σε βρίσκουν με ειρήνη οι μέρες σου.

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Ελένη μου, τάχα δεν ήμαστε ήρωες την μικρής μας καθημερινότητας;
Να είσαι πάντοτε καλά.

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Ψυχή μου, ήταν ευλογημένος.
Ευλόγησε όμορφα παιδιά.
Να χαμογελάς πάντα.

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Καναρίνι μου δεν αλλάζει τίποτε ο θάνατος παρά μόνο την καθημερινή συνήθεια και τα πρόσωπα της.
Η συγκομιδή παραμένει.
Κι ας μην είναι δικό σου.
Ότι μ’ αγάπη δίδεται καλώς δίδεται.
Να είσαι πάντοτε ευτυχισμένη.

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Mist, γλυκιά μου, με βρίσκουν πάντοτε οι σκέψεις οι ζεστές.
Μα μου προσάπτεις τόσα πολλά…
Ποιητής, ποιήτρια μου;
Δάκτυλα φωτιά;
Τότε με ποιες φράσεις πρέπει να μιλήσω για εσένα;
Να βρίσκεσθε στην καρδιά της ευτυχίας.

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Μαργαρίτα μου τόσες και τόσες οι σιωπές μας, τόσες και τόσες οι μνήμες μας.

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Aristea καλώς όρισες.
Ζούμε άλλωστε στη γη των απουσιών, κάθε τι που χάνεται δίχως να το έχουμε αποχαιρετίσει, προσμένουμε πάντοτε ανοίγοντας η πόρτα πως θα έρθει.
Θάνατος μισός η ξενιτειά πραγματικά μα και η ζωή μας, αλλιώς δε βγαίνει.