Θυμούμαι τις γιορτινές ημέρες τέλη εβδομήντα αρχές ογδόντα.
Βόλτα και φωτογραφίες στην μεγάλη φάτνη έξω από το Γ! Σώμα Στρατού.
Πολύχρωμα στολίδια στο δέντρο, κάτι παράξενο σαν λόγχη στην κορυφή, αγάπη και χαμόγελα.
- Μαμά, πότε θα στολίσουμε το δέντρο;
- Μαμά, θα έρθει Χριστούγεννα ή Πρωτοχρονιά ο Άγιος Βασίλης;
- Μαμά, να του ζητήσω δώρο ή εκείνος γνωρίζει τι θα πρέπει να φέρει;
Κ’ ίσως να ήταν το μόνο παραμύθι που μας είπανε και πιστέψαμε δίχως σκέψη, θέλεις το συμφέρων, θέλεις η παιδική ανάγκη για κάτι διαφορετικό…
- Μαμά, στο σχολείο μας είπανε δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης, κι αν είναι αλήθεια τότε τα δώρα ποιος τα φέρνει;
Από τότε οι γιορτινές μέρες άλλαξαν δρομολόγιο, περνούσαν από του Λαμπρόπουλου και του Κλαουδάτου.
Ένα πέρασμα από το Καπάνι για καραμέλες και γλειφιτζούρια, κίτρινα και πορτοκαλί κατά προτίμηση.
Τα δώρα τυλιγμένα κάτω από το δέντρο – και τώρα ακόμα – και η αγωνία για την ώρα του σχισίματος του χάρτινου πολύχρωμου περιτυλίγματος για να σκορπίσουν τα κομμάτια των παιγνιδιών στο χαλί του σαλονιού και να ξεκινήσει το παιγνίδι…
Βγήκα στην αγορά τις τελευταίες ημέρες.
Φώτα πολύχρωμα στα καταστήματα και στους δρόμους εκείνα τα, ένα με την πόλη πια, επαναλαμβανόμενα φώτα.
Αριστοτέλους, έξω από του Ιανού, ένα συγκρότημα από τις Άνδεις παίζει παραδοσιακά τραγούδια κι πουλά τα cd του.
Αριστοτέλους με Εγνατίας δύο ευρώ το σακουλάκι με τα κάστανα, επτά τον αριθμό, και παίρνω ένα καθώς κατηφορίζω.
Κόσμος σταματημένος έξω από βιτρίνες κι ένα κρύο διαπεραστικό σε κάνει να σφίγγεις δυνατότερα το χέρι του άλλου ή το χέρι σου μέσα στην τσέπη.
Η πόλη σκαμμένη στους κεντρικούς της δρόμους και η κίνηση αφόρητη.
Η Ελλάδα ανθεί αντικρίζοντας τα σκυθρωπά πρόσωπα των ανθρώπων στις ουρές των αυτοκινήτων και στις γεμάτες βιτρίνες των άδειων καταστημάτων.
- Θεέ μου, με πόση υπομονή έπλασες τούτο τον τόπο;
Με τον καιρό δυσκολεύουν οι επιλογές, σχεδόν ανύπαρκτες οι υλικές ανάγκες.
Λέω υλικές γιατί η ουσία βρίσκεται εκεί έξω, στο κρύο, στην απροσδόκητη ανάγκη να σφίξεις το χέρι που κρατούσες.
Τα ουσιαστικά πράγματα δεν αγοράζονται μα το σημαντικότερο δεν εξαγοράζονται.
Για τούτο λέω να μείνω στο σπίτι.
Για τούτο λέω να δώσω μεγαλύτερη αγάπη στους δικούς μου ανθρώπους.
Να προετοιμαστώ και για τον ερχομό του ανεψιού, Φλεβάρη θα έρθει – πρώτα ο Θεός – μα για τα όμορφα προετοιμάζεσαι καιρό πριν.
Κρέμασα ένα μεγάλο κόκκινο μπαλόνι στο μπαλκόνι, στην αλλαγή του χρόνου θα το αφήσω να πετάξει ψηλά.
Είναι για τα όνειρα, πρέπει να φθάνουν ή έστω να τα θυμίζεις κάποτε στον Θεό.
Εύχομαι να έχετε ανθρώπους με αγάπη αληθινή πλάι σας σε τούτες και κάθε επόμενες γιορτές.
Εύχομαι ακόμα να βρίσκετε την δύναμη να κοιτάτε ψηλά ακόμα κι όταν νιώθετε ντροπή ή φόβο, πάντα υπάρχει ένα αστέρι ψηλά που προσμένει να το κοιτάξετε για να πέσει και να ευχηθείτε κι αν πάλι δεν πιστεύετε στις ευχές των αστεριών υπάρχει ο Θεός κι Εκείνος είτε πιστεύετε είτε όχι κάνει πάντα το θαύμα του.
Αν κάτι δεν σας αρέσει στα δώρα που λάβατε σκεφτείτε μονάχα ότι προσφέρθηκαν όπως και τα δικά σου, με αγάπη.
Εύχομαι υγεία και ευτυχία σε όλους εσάς και σ’ εκείνους που αγαπάτε.