Χανόμαστε στη μνήμη
μπλέκουμε το σήμερα με το χθες
κι αυτό που κάποτε
μας κρατάει στη λογική
παγώνει
και τότε ξεπροβάλει το αιώνιο
μέσα απ’ την πιο μεγάλη μας απουσία.
Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024
Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2024
Στην άκρη του φθινοπώρου
Έχουν τα βήματα πετρώσει
χίλιες νύχτες τώρα
απόκαμα ναυαγισμένος
σε λίμνες που δε γνώρισαν
καμία γαλήνη
κανένα παιδικό παιγνίδι στον όχτο.
Κάποια στιγμή
στερεύει η γη που μοιραζόμαστε
λιγοστεύει το νερό
και μόνο τα ποιήματα
λένε την αλήθεια.
Κ’ οι μέρες ορφανές από ήλιο
φθάνουν στην άκρη του φθινοπώρου
σα καράβια δαρμένα απ’ τον άνεμο
και ξαναρχίζουν
το παλιό μελαγχολικό τους τραγούδι.
χίλιες νύχτες τώρα
απόκαμα ναυαγισμένος
σε λίμνες που δε γνώρισαν
καμία γαλήνη
κανένα παιδικό παιγνίδι στον όχτο.
Κάποια στιγμή
στερεύει η γη που μοιραζόμαστε
λιγοστεύει το νερό
και μόνο τα ποιήματα
λένε την αλήθεια.
Κ’ οι μέρες ορφανές από ήλιο
φθάνουν στην άκρη του φθινοπώρου
σα καράβια δαρμένα απ’ τον άνεμο
και ξαναρχίζουν
το παλιό μελαγχολικό τους τραγούδι.
Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2024
Οκτώβρη μήνα
Έρχεται παγωμένος ο Βαρδάρης
Οκτώβρη μήνα
στο παγκάκι απόμεινε η σκιά μας
κι εμείς
δίχως σπίτι
δίχως το φεγγάρι
να φωτίζει το μικρό μας δωμάτιο
αρνούμαστε πιά τις λέξεις μας.
Η σιωπή καταπίνει τη ζωή μας
αφήνοντας ένα θάνατο μετέωρο
μέσα στα μάτια.
Οκτώβρη μήνα
στο παγκάκι απόμεινε η σκιά μας
κι εμείς
δίχως σπίτι
δίχως το φεγγάρι
να φωτίζει το μικρό μας δωμάτιο
αρνούμαστε πιά τις λέξεις μας.
Η σιωπή καταπίνει τη ζωή μας
αφήνοντας ένα θάνατο μετέωρο
μέσα στα μάτια.
Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2024
Θητεία
Λιμάνια αφημένα στο κύμα
ξενυχτισμένα απ’ τις κλαγγές των όπλων
φύλαξαν τα παλιά μου ρούχα
τα σχισμένα ποιήματα
τ’ αγυάλιστα άρβυλα.
Το ρολόι θα χτυπήσει στις πέντε
η στολή βαραίνει ολοένα στο διπλανό κάθισμα.
Το σκυλί με συνοδεύει στη βραδινή έφοδο
μια σιωπή διαπεραστική στις λέξεις μου
κι η τέταρτη μέρα της δημιουργίας λειψή.
Διψώ.
Τα στρατόπεδα έκλεισαν με τα χρόνια
δίχως νερό πια η μνήμη.
Διψώ.
Κι ο χρόνος αποκαμωμένος
γέρνει στις παλιές διαταγές
που ξόδεψαν την ψυχή μου.
Κι εκείνο το δέντρο της Ροδοπόλεως
ποτισμένο με τα δάκρυα
μιας νύχτας παγωμένης, βροχερής
κι αιώνιας…
ξενυχτισμένα απ’ τις κλαγγές των όπλων
φύλαξαν τα παλιά μου ρούχα
τα σχισμένα ποιήματα
τ’ αγυάλιστα άρβυλα.
Το ρολόι θα χτυπήσει στις πέντε
η στολή βαραίνει ολοένα στο διπλανό κάθισμα.
Το σκυλί με συνοδεύει στη βραδινή έφοδο
μια σιωπή διαπεραστική στις λέξεις μου
κι η τέταρτη μέρα της δημιουργίας λειψή.
Διψώ.
Τα στρατόπεδα έκλεισαν με τα χρόνια
δίχως νερό πια η μνήμη.
Διψώ.
Κι ο χρόνος αποκαμωμένος
γέρνει στις παλιές διαταγές
που ξόδεψαν την ψυχή μου.
Κι εκείνο το δέντρο της Ροδοπόλεως
ποτισμένο με τα δάκρυα
μιας νύχτας παγωμένης, βροχερής
κι αιώνιας…
Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2024
Λέξεις αλλόκοτες
Λέξεις αλλόκοτες με βασανίζουν
κάθε χρόνο ίδια μέρα
μοιάζουν με νότες που δε βγαίνουν
με βήματα που δε βγάζουν πουθενά
και καθώς γέρνει πάνω μου το φεγγάρι
τούτο το ίδιο βράδυ
σταματάει ο κόσμος
και ξυπόλητος κατεβαίνω στη σιωπή.
κάθε χρόνο ίδια μέρα
μοιάζουν με νότες που δε βγαίνουν
με βήματα που δε βγάζουν πουθενά
και καθώς γέρνει πάνω μου το φεγγάρι
τούτο το ίδιο βράδυ
σταματάει ο κόσμος
και ξυπόλητος κατεβαίνω στη σιωπή.
Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024
Παλιά ημερολόγια
Μοιράσαμε τόσο ανεπιτήδευτα τις λέξεις
σαν ήμαστε παιδιά
τώρα σωπαίνουν οι νύχτες
τρέφονται απ’ τη μοναξιά μας
νικηθήκαμε από την παιδική μας επιθυμία
για κάτι αληθινό.
Κλέβουμε αθόρυβα ώρες
απ’ τα σκισμένα φύλλα των παλιών ημερολογίων
ελπίζοντας πως κάποτε θα επιστρέψουμε
σ’ εκείνη την παιδική ηλικία
να πάρουμε πίσω τις λέξεις
ν’ αφήσουμε γαλανό τον ουρανό
στην πιο αθώα μας εποχή.
σαν ήμαστε παιδιά
τώρα σωπαίνουν οι νύχτες
τρέφονται απ’ τη μοναξιά μας
νικηθήκαμε από την παιδική μας επιθυμία
για κάτι αληθινό.
Κλέβουμε αθόρυβα ώρες
απ’ τα σκισμένα φύλλα των παλιών ημερολογίων
ελπίζοντας πως κάποτε θα επιστρέψουμε
σ’ εκείνη την παιδική ηλικία
να πάρουμε πίσω τις λέξεις
ν’ αφήσουμε γαλανό τον ουρανό
στην πιο αθώα μας εποχή.
Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2024
Τα ρέστα
Τώρα πιά
μάθαμε να ζούμε με τις απουσίες μας
στον καθρέφτη
ν’ ανταμώνουμε το παλιό μας πρόσωπο
νέο ακόμη και χαμογελαστό.
Μα τις νύχτες
κάποιος μας καρφώνει εμφατικά
σ’ ένα ξύλινο μεγάλο σταυρό.
Κι ο χτύπος του σφυριού
ματώνει τις σιωπές
που κάποτε
μας κράτησαν ζωντανούς.
Τώρα πια
αδυνατούμε στα αυτονόητα
κι ότι έχει απομένει
είναι τα ρέστα της ψυχής μας.
μάθαμε να ζούμε με τις απουσίες μας
στον καθρέφτη
ν’ ανταμώνουμε το παλιό μας πρόσωπο
νέο ακόμη και χαμογελαστό.
Μα τις νύχτες
κάποιος μας καρφώνει εμφατικά
σ’ ένα ξύλινο μεγάλο σταυρό.
Κι ο χτύπος του σφυριού
ματώνει τις σιωπές
που κάποτε
μας κράτησαν ζωντανούς.
Τώρα πια
αδυνατούμε στα αυτονόητα
κι ότι έχει απομένει
είναι τα ρέστα της ψυχής μας.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)