Με πήρε ο χρόνος στην αγκαλιά του.
Τα παλιά λημέρια ακόμα μας περιμένουν.
Φύλαξαν εκείνο το άγριο στην ομορφιά τους.
Φύλαξαν το απλό πρόσωπο των παλιών επαρχιών και σαν ταξιδεύουμε κατά ‘κει μας ταξιδεύουν κι εκείνα.
Θυμάσαι τα παιγνίδια που σκαρώναμε στην πίσω αυλή του σχολείου;
Κατέβαινε ο αγροφύλακας να μας διώξει που ανάβαμε φωτιές σε ντενέκες για τα κουνούπια.
Θυμάσαι;
Κι έπειτα ιστορίες για φαντάσματα, συζήτηση για τα αθλητικά, για τον αγώνα του σαββατοκύριακου με το διπλανό χωριό.
Σ’ έκλεισα σ’ ένα μικρό τετραδιάκι, ίσως και να ‘ταν το βοταναλόγιο που έφτιαχνες μέχρι τα δεκατέσσερα σου χρόνια.
Λέω ίσως γιατί κάθε που το ανοίγω ανεβαίνει στα ρουθούνια μου το άρωμα μιας ρίγανης άγριας.
Μα εσύ στάθηκες στ’ αντάμωμα δυο δρόμων να κρατάς από το χέρι ένα φανάρι από χρόνια σβησμένο.
Ντύθηκες το φόρεμα σου το μαύρο και βγήκες στη δημοσιά.
Δεν περνούν λεωφορεία, κ’ οι όποιοι περαστικοί σπάνια σταματούν πια.
Να σου μιλήσω για τα όνειρα.
Καθώς κλείνεις τα μάτια είναι η μόνη που υπάρχει αλήθεια, της ψυχής σου.
Καθώς κάνεις να την πιστέψεις, όταν εκείνη πολύ απέχει απ’ την άλλη αλήθεια, τότε πάει, χάθηκες.
Μέσα στα βοτανολόγια κρύβεται η ζωή σου.
Ρίζες μικρές και δυνατές που, πάνε, ξεριζώθηκαν πια.
Φύλλα και κλαράκια φυτών που στον κόσμο ήρθαν να τον ομορφύνουν.
Σκίτσα σπάνιων φυτών που για να τα δεις πρέπει τον κόσμο ολάκερο να γυρίσεις.
Διάλεξε πιο φανάρι επιθυμείς.
Εκείνο που έφεγγε κάποτε στο σκοτάδι ή εκείνο που απλά, σε λίγο, πράσινο θ’ ανάψει για να περάσεις;
Θυμήσου μονάχα πως υπάρχουν και οι ουρανοί….
Τα παλιά λημέρια ακόμα μας περιμένουν.
Φύλαξαν εκείνο το άγριο στην ομορφιά τους.
Φύλαξαν το απλό πρόσωπο των παλιών επαρχιών και σαν ταξιδεύουμε κατά ‘κει μας ταξιδεύουν κι εκείνα.
Θυμάσαι τα παιγνίδια που σκαρώναμε στην πίσω αυλή του σχολείου;
Κατέβαινε ο αγροφύλακας να μας διώξει που ανάβαμε φωτιές σε ντενέκες για τα κουνούπια.
Θυμάσαι;
Κι έπειτα ιστορίες για φαντάσματα, συζήτηση για τα αθλητικά, για τον αγώνα του σαββατοκύριακου με το διπλανό χωριό.
Σ’ έκλεισα σ’ ένα μικρό τετραδιάκι, ίσως και να ‘ταν το βοταναλόγιο που έφτιαχνες μέχρι τα δεκατέσσερα σου χρόνια.
Λέω ίσως γιατί κάθε που το ανοίγω ανεβαίνει στα ρουθούνια μου το άρωμα μιας ρίγανης άγριας.
Μα εσύ στάθηκες στ’ αντάμωμα δυο δρόμων να κρατάς από το χέρι ένα φανάρι από χρόνια σβησμένο.
Ντύθηκες το φόρεμα σου το μαύρο και βγήκες στη δημοσιά.
Δεν περνούν λεωφορεία, κ’ οι όποιοι περαστικοί σπάνια σταματούν πια.
Να σου μιλήσω για τα όνειρα.
Καθώς κλείνεις τα μάτια είναι η μόνη που υπάρχει αλήθεια, της ψυχής σου.
Καθώς κάνεις να την πιστέψεις, όταν εκείνη πολύ απέχει απ’ την άλλη αλήθεια, τότε πάει, χάθηκες.
Μέσα στα βοτανολόγια κρύβεται η ζωή σου.
Ρίζες μικρές και δυνατές που, πάνε, ξεριζώθηκαν πια.
Φύλλα και κλαράκια φυτών που στον κόσμο ήρθαν να τον ομορφύνουν.
Σκίτσα σπάνιων φυτών που για να τα δεις πρέπει τον κόσμο ολάκερο να γυρίσεις.
Διάλεξε πιο φανάρι επιθυμείς.
Εκείνο που έφεγγε κάποτε στο σκοτάδι ή εκείνο που απλά, σε λίγο, πράσινο θ’ ανάψει για να περάσεις;
Θυμήσου μονάχα πως υπάρχουν και οι ουρανοί….
16 σχόλια:
Tι γλυκουλης!! :)
Να μου μιλήσεις....γιατί... να μου μιλάς μ' αρέσει...
Φιλί και Γλαρένιες αγκαλιές
Nα μας μιλας για τα ονειρα ηχε,για κεινα που χαθηκαν και για κεινα που θαρθουν....ετσι σε ηχο πλαγιο να μας θυμιζεις ουρανο!
..μόνο εκείνο το φανάρι που φωτίζει τη ψυχή μας..όχι άλλα φανάρια που ορίζουν τη διαδρομή μας!
Καλο βράδυ Ήχε!
Τι μου θύμισες τώρα...
"και φωτιές ανάβανε στους επάνω δρόμους, τ' Αι Γιάννη θα τανε θαρρώ"
Μέσα στα βοτανολόγια κρύβω ακόμη και σήμερα την ζωή μου. Κρατώντας αρισμαρί και ρίγανη στο χέρι,όπως με φαντάστηκες εσύ, κοιτώ το φαναράκι εκείνο που έφεγγε κάποτε στο σκοτάδι. Εξακολουθεί και σιγοφέγγει κάπου κάπου. Προσπαθώ με δυσκολία να κάνω πέρα το σκοτάδι γύρω μου και να διακρίνω που με οδηγεί αυτό το αχνό φέγγισμα...σε ποιά μονοπάτια άραγε????
Να 'ξερες πόσες αναμνήσεις μου θύμισες, να 'σαι καλά...
polu omorfo ...
uparxoun kai oi ouranoi ... nai!
Candy μου
κοκκινίζω!!!
Γλαρένια μου
θα μιλήσω κάποτε μα θα βγάλω πόνο πολύ απ’ τους ανθρώπους γιατί θα μιλήσω για εκείνους.
Κατερίνα μου καλώς ήρθες.
Ουρανό θυμίζουν μονάχα οι ψυχές κι εκείνα που έρχονται τον ομορφαίνουν.
Πώς να μιλήσω για τούτα εγώ.
Ηλία
μόνο να, εκείνο το φανάρι λέω να το κάνουμε να φωτίζει με κερί, για να φέγγει τα κοντινά, να προχωρούμε με σύνεση, να ονειρευόμαστε με σύνεση…
Sunshine μου
πάντα κάτι επανέρχεται στην μνήμη.
Δυοσμαράκι μου
μην κάνεις πέρα το σκοτάδι, περπάτα μονάχα, περπάτα ως εκεί που άλλα βήματα θα επιτρέπει ο δρόμος να κάνεις κι αν λάθος νιώσεις πως έκανες, πάλι από την αρχή τα βήματα.
Δεν πειράζει.
Εφιάλτη (να σου δώσω διεύθυνση να μπεις σε κάποια όνειρα;) καλώς ήρθες.
Χαίρουμε τους ανθρώπους που τολμούν κι επιστρέφουν στην μνήμη.
ATG μου
τον τελευταίο καιρό με λύπη μου διαπιστώνω πως είναι ολότελα άδειοι.
Δημοσίευση σχολίου